- πλουραλισμός ή πολυαρχία
- (pluralismus). Η φιλοσοφική θεωρία κατά την οποία η πραγματικότητα αποτελείται όχι από μια, αλλά από πολλές αυτοτελείς ουσίες, που μπορούν να θεωρηθούν ως ανώτατες αρχές ή ρίζες των όντων. Ο όρος επινοήθηκε από το Γερμανό φιλόσοφο Κρίστιαν Βολφ που τον αντéταξε σ’ εκείνον του εγωισμού, και επαναλήφθηκε από τον Καντ. Ανάλογα με τη φύση των αυτοτελών ουσιών, από τις οποίες αποτελείται η πραγματικότητα, υπάρχουν διάφορα είδη π., όπως η πνευματική π., που θεωρεί ότι η πραγματικότητα συνίσταται από πολλές αυτοτελείς πνευματικές ουσίες, και η υλιστική π. κατά την οποία η πραγματικότητα συγκροτείται από πολλά αυτοτελή υλικά στοιχεία. Έτσι, η μοναδολογία του Λάιμπνιτς είναι π. πνευματική, ενώ η ατομοκρατία του Δημόκριτου είναι π. υλιστικής φύσης. Τέτοιου είδους π., που θεωρούν την πραγματικότητα αποτελούμενη από πολλές αυτοτελείς ουσίες, μπορούν να συνδυαστούν με την αντίθετη της π. φιλοσοφική άποψη, το μονισμό ή ενισμό. Η διαρχία όμως, που θεωρεί ότι η πραγματικότητα αποτελείται και από πνεύμα και από ύλη, είναι π. αντίθετη προς το μονισμό, ο οποίος παραδέχεται μια μόνο θεμελιώδη μορφή της πραγματικότητας, δηλαδή ή μόνο πνεύμα ή μόνο ύλη. Πρώτος πλουραλιστής ήταν ο Εμπεδοκλής, που δεχόταν τη γη, το νερό, τον αέρα και τη φωτιά ως τα τέσσερα στοιχεία του είναι. Π. είναι και η θεωρία του Γερμανού φιλόσοφου Γιόχαν Φρίντριχ Χέρμπαρτ, κατά τον οποίο η πραγματικότητα σύγκειται από απλά και αναλλοίωτα στοιχεία, η ένωση των οποίων παράγει την εμφάνιση κάποιου πράγματος με πολλές ιδιότητες. Επίσης πλουραλιστική είναι και η δοξασία μεσαιωνικών φιλοσόφων σχετικά με την ύπαρξη πλήθους υποστατικών μορφών σε ένα oν ή η θεωρία η σχετική με την ύπαρξη πολλών κόσμων.
Dictionary of Greek. 2013.